Το Σάββατο που μας πέρασε βρέθηκα σε ένα παιδικό πάρτι. Η συζήτηση που επικρατούσε ανάμεσα στις μαμάδες που ήταν εκεί (οι μπαμπάδες ήταν λίγοι) αφορούσε στο πως είναι καλύτερα να μεγαλώνει κανείς τα παιδιά του. Τι να κάνουμε, τι να αποφεύγουμε, τα σωστά και τα λάθη της «γονεϊκής» που λέω κι εγώ. Με αφορμή λοιπόν αυτήν τη συζήτηση σκέφτηκα ότι θα ήταν χρήσιμο να ασχοληθούμε με τα τρία είδη γονέα και ποιο τελικά είναι το πιο λειτουργικό στυλ διαπαιδαγώγησης.
Ανάλογα με τον τρόπο διαπαιδαγώγησης και συμπεριφοράς, θα έλεγα ότι μπορούμε να δούμε τις εξής κατηγορίες γονέων:
- Ο Επιθετικός Γονέας (Άκαμπτος)
- Ο Παθητικός Γονέας (Υποχωρητικός)
- Ο Οριοθετημένος Γονέας
Οι Επιθετικοί Γονείς, είναι συνήθως άνθρωποι οι οποίοι αισθάνονται σχεδόν όλη την ώρα θυμωμένοι. Σε κάποιον που τυχαίνει μάρτυρας της συμπεριφοράς του επιθετικού γονέα φαίνεται σαν ο γονέας να είναι θυμωμένος με το παιδί του. Η αλήθεια όμως είναι διαφορετική. Ο γονέας είναι θυμωμένος με κάτι άλλο, π.χ. με τις συνθήκες εργασίας του, με τον/την σύντροφο του, είναι πιεσμένος με κάποιο οικονομικό θέμα κλπ, πράγματα για τα οποία σε καμία περίπτωση δεν ευθύνεται το παιδί του. Αυτοί οι γονείς λοιπόν βιώνουν κάποιο στρες που δεν προκαλείται από το παιδί και αποφορτίζονται στο παιδί, είτε μιλώντας άσχημα, είτε μειώνοντας το παιδί, είτε φωνάζοντας σ’ αυτό. Σ’ αυτήν την περίπτωση παρατηρείται μια σχετική δυσαναλογία της αντίδρασης του γονέα σε σχέση πάντα με την συμπεριφορά του παιδιού. Το παιδί παραδειγματίζεται και «διδάσκεται» ότι φωνάζω, μειώνω, καυγαδίζω σημαίνει αγαπώ οπότε οι σχέσεις που αργότερα θεωρεί ο ίδιος στοργικές έχουν έντονο το στοιχείο της επιθετικότητας, ή σε αντίθετη περίπτωση οικειοποιείται τα όσα του προσάπτουν οι γονείς και πιστεύει το πόσο «ανάξιο» είναι με αποτέλεσμα να κλείνεται στον εαυτό του και αργότερα ως ενήλικας να ικανοποιεί στη ζωή του την συνθήκη «δεν είμαι ικανός». Η πειθαρχία επιτυγχάνεται με την απειλή και τον φόβο, με αποτέλεσμα αργότερα είτε έναν ενήλικα φοβισμένο και υποχωρητικό που δεν γνωρίζει πως να οριοθετηθεί και πως να διεκδικήσει, είτε έναν ενήλικα «επαναστάτη χωρίς αιτία» που αψηφά τους κανόνες. Σπανίως μπορεί ακόμα και να δημιουργηθεί ένα μείγμα των δύο στοιχείων δηλαδή ένας ενήλικας που περνάει από την μία ακραία κατάσταση (υποχώρηση) στην άλλη (επανάσταση). Να θυμίσω ότι καμία από τις δύο συμπεριφορές δεν είναι οριοθετημένη, και σαφώς δεν είναι λειτουργική.
Οι Παθητικοί Γονείς στην ουσία είναι το άλλο άκρο της δυσλειτουργικής γονεϊκής συμπεριφοράς. Είναι δηλαδή οι άνθρωποι οι οποίοι αφήνουν τα ηνία της διαπαιδαγώγησης στο παιδί τους και είναι υποχωρητικοί και δεκτικοί πέραν του δέοντος. Το παιδί σ’ αυτές τις περιπτώσεις είναι το «αφεντικό» του σπιτιού και κάνει ακριβώς αυτό που θέλει. Οι παθητικοί γονείς για παράδειγμα θα χρησιμοποιήσουν εκφράσεις του τύπου «αν θέλεις σε παρακαλώ, Μαρία μου μάζεψε τα παιχνίδια σου» και στην συνέχεια (όταν μετά από ώρα τα παιχνίδια είναι ακόμα εκεί) «Μαράκι, μαζεύεις, περνάει η ώρα και θα σαι κουρασμένη το πρωί», και μετά από λίγο, «έλα Μαρία μου, έλα να τα μαζέψουμε μαζί». Μετά από αρκετές υπενθυμίσεις τέτοιου τύπου συνήθως βρίσκουμε τον γονέα να μαζεύει τα παιχνίδια και πολλές φορές ακόμα και να παίζεται πολλή ώρα το παιχνίδι αυτό. Το παιδί γνωρίζει καλά ότι θα διαδραματιστεί το σενάριο που έχει ξαναδεί και παίζει πιστά το ρόλο του, όπως κι ο γονέας τον δικό του. Το πρόβλημα με τους παθητικούς γονείς είναι ότι συχνά φορτίζονται από αυτήν την συμπεριφορά και το «παιχνίδι» που παίζεται ώστε φτάνουν σε σημείο να «εκραγούν» και να γίνουν από επιθετικοί έως και κακοποιητικοί. Το μοτίβο δηλαδή της σχέσης που δημιουργείται εδώ είναι: υποχώρηση, υποχώρηση, υποχώρηση…ΕΚΡΗΞΗ!!!
Η αλήθεια είναι ότι περίπου το 1/3 των γονέων ακολουθούν αυτό το μοτίβο, ειδικά αυτοί που γίνονται πρώτη φορά γονείς και τους λείπει η προηγούμενη εμπειρία στο θέμα, και σαφώς είναι κάτι που δεν χρειάζεται να μας τρομάζει αλλά να βρούμε πως θα το διορθώσουμε, γιατί ναι, αλλάζει και διορθώνεται!
Όπως βλέπουμε λοιπόν ούτε οι Επιθετικοί Γονείς ούτε οι Παθητικοί Γονείς είναι λειτουργικά μοτίβα γονεϊκής. Ας ρίξουμε τότε μια ματιά στην τρίτη περίπτωση, στους Οριοθετημένους Γονείς.
Το βασικό χαρακτηριστικό του Οριοθετημένου Γονέα είναι ότι είναι Ξεκάθαρος, Οριοθετημένος, και Αποφασισμένος. Μέσα του νιώθει ο ίδιος χαλαρός, ασφαλής στις επιλογές του, και σίγουρος στις αποφάσεις του. Τα παιδιά μεγαλώνουν μέσα σε περιβάλλον με κανόνες και όρια, νιώθοντας ασφάλεια και σιγουριά. Γνωρίζουν καλά ότι η μαμά κι ο μπαμπάς ορίζουν τα πράγματα στο σπίτι και γίνεται ό,τι πουν αυτοί, χωρίς όμως να χρειάζεται να μειώσουν ή να κακομεταχειριστούν τα παιδιά για να το πετύχουν. Γιατί μέσα στην ασφάλεια που δημιουργείται από τα όρια, τα ξεκάθαρα λόγια και την συνέπεια της συμπεριφοράς τα παιδιά οικειοθελώς ακολουθούν και καλοδέχονται τους κανόνες! Αυτή η γονεϊκή συμπεριφορά είναι λειτουργική γιατί είναι αποτελεσματική στο παρόν και επίσης εφοδιάζει τα παιδιά για την μετέπειτα – ενήλικη – ζωή τους. Ο οριοθετημένος γονέας δίνει με την πράξη του το παράδειγμα για να γίνουν τα παιδιά του οριοθετημένοι ενήλικες οι οποίοι διεκδικούν τα δικαιώματα τους, παραδέχονται τα λάθη τους, και προσπαθούν για την πραγμάτωση των στόχων τους.
Η οριοθέτηση (γενικά όχι μόνο η γονεϊκή) είναι δυστυχώς κάτι που δεν συναντάμε συχνά και γι’ αυτό τελικά είναι μάλλον μία δεξιότητα στην οποία πρέπει να εκπαιδευτούμε.
Ας ρίξουμε μια ματιά παρακάτω, πρώτον πως δίνεται στην θεωρία, και δεύτερον, πως γίνεται στην πράξη:
Οι Παθητικοί Γονείς | Οι Οριοθετημένοι Γονείς |
– αφήνουν τον εαυτό τους τελευταίο | – νιώθουν εξίσου σημαντικοί με τ’ άλλα μέλη της οικογένειας |
– ο σύντροφος μου δεν είναι τόσο σημαντικός όσο τα παιδιά | – ο σύντροφος μου κι η σχέση μας είναι πολύ σημαντικοί. Τα παιδιά έρχονται αμέσως (αλλά αμέσως) μετά. |
– η ζωή είναι ένας διαρκής αγώνας | – η ζωή είναι μία πρόκληση (διασκεδαστική πρόκληση) |
– υποχωρώ πολλές φορές στα παιδιά για να καταφέρω να ησυχάσω για λίγο. Κρίμα που δεν κρατάει πολύ! | – πολλές φορές είμαι κουρασμένη/ος αλλά πρέπει να διδάξω στα παιδιά ποιος κάνει «κουμάντο» εδώ. Είναι πιο εύκολο μακροπρόθεσμα όταν κι αυτά ξέρουν που πατούν και τι περιμένουμε από αυτά. |
-πρέπει να κρατώ τα παιδιά μου πάντα χαρούμενα, αλλιώς δεν είμαι καλή μάνα. | – τα παιδιά είναι πολύ σημαντικά, αλλά μου είναι σαφές ότι πρέπει να μάθουν ότι όλοι είμαστε σημαντικοί κι υπάρχει χώρος για όλους. |
– δεν αξίζω και πολλά αλλά ποιος ξέρει μπορεί μια μέρα τα παιδιά μου να γίνουν «κάποιοι». | – για να είμαι καλός γονέας χρειάζομαι να είμαι κι εγώ χαρούμενος και υγιής. Άρα χρειάζομαι να κάνω πράγματα για εμένα. |
Στην θεωρία λοιπόν οικειοποιούμαστε νέες σκέψεις για το ρόλο μας και τη σχέση μας. Στην πράξη;
- Να είστε πρώτα ξεκάθαροι με τον εαυτό σας! Πρώτα και κύρια να είστε ξεκάθαροι μέσα σας γι’ αυτό που ζητάτε. Δεν παρακαλάτε το παιδί να κάνει κάτι, ούτε το διαπραγματεύεστε! Απαιτείτε, όπως δικαιούται να απαιτεί ο γονέας, και μακροπρόθεσμα το παιδί θα ωφεληθεί από αυτό, θα μάθει!
- Δημιουργήστε καλη επαφή! Αφήστε ό,τι άλλο μπορεί να κάνετε, πηγαίνετε κοντά στο παιδί σας, κοιτάξτε το στα μάτια, κι όταν σας κοιτάξει κι αυτό δώστε του την οδηγία που θέλετε να εκτελέσει. Θα πρέπει να είστε εκεί μαζί του και να υπάρχει η οπτική επαφή.
- Γίνετε ξεκάθαροι! Πείτε ξεκάθαρα «Θέλω να κάνεις….αυτό… τώρα. Κατάλαβες;» (στο προηγούμενο παράδειγμα: «Θέλω να μαζέψεις τα παιχνίδια σου, τώρα. Κατάλαβες;») και περιμένετε να πάρετε απάντηση ναι/όχι. Αν δεν κατάλαβε επαναλάβετε.
- Επαναλάβετε! Αν κάτι δεν κατάλαβε επαναλάβετε το, χωρίς όμως να μπείτε σε διαδικασία εκλογίκευσης και διαπραγμάτευσης, και χωρίς να χάσετε την ψυχραιμία σας. Είναι πολύ σημαντικό αυτό το σημείο γιατί μένοντας ήρεμος/η του δείχνετε ότι εσείς ζητάτε κάτι συγκεκριμένο, δεν θυμώνετε και δεν αφήνετε περιθώρια να μην γίνει.
- Μείνετε κοντά του! Αυτό ισχύει αν αντιληφθείτε ότι ίσως και να μην υπακούσει. Μόλις ολοκληρωθεί αυτό που του ζητήσατε (π.χ.μάζεμα παιχνιδιών) πείτε του απλά «Ωραία!» συνοδεύοντας το με ένα χαμόγελο!
Πιστέψτε με, ότι μπορεί στην αρχή που θα δοκιμάσετε να εφαρμόσετε τα παραπάνω να σας φανεί «ξένο» και παράξενο, αν όμως επιμείνετε σε αυτήν την συμπεριφορά θα δείτε τα αποτελέσματα. Το παιδί όταν εσείς επιμείνετε μετά τις επαναλαμβανόμενες προσπάθειες του να παραβιάσει πιθανώς τα όρια που βάλατε (αναμενόμενη και φυσιολογική συμπεριφορά), θα υποχωρήσει, θα πιστέψει στην συνέπεια σας και θα τα δεχτεί. Εξάλλου ας μην ξεχνάμε ότι τα παιδιά προσπαθούν να παραβιάσουν τα όρια που τους βάζουμε ακριβώς για να μας τεστάρουν και να είναι ασφαλή στο ότι αυτά δεν αλλάζουν! Όταν αρχίσετε να εφαρμόζετε λοιπόν το μοτίβο του Οριοθετημένου Γονέα, θα δείτε τα αποτελέσματα που θα ενισχύσουν και την διάθεση σας να συνεχίσετε και σιγά σιγά θα παρατηρήσετε ότι έτσι φέρεστε πλέον, ότι αλλάζει ακόμα κι ο τόνος της φωνής σας όταν λέτε κάτι τώρα, και τα παιδιά ακολουθούν τις οδηγίες που τους δίνετε.
Εν κατακλείδι, το να είμαι Οριοθετημένος Γονέας ξεκινάει πρώτα από εμένα σαν άτομο, από την απόφαση και την επιλογή μου να έχω δικαιώματα, από την επιλογή μου να έχω τον έλεγχο του παιδιού μου γιατί αυτό χρειάζεται τώρα (παρόλο που το ίδιο έχει άλλη άποψη), κι έτσι όλοι μαζί σίγουροι για την θέση και το ρόλο μας να νιώθουμε ασφαλείς στην οικογένεια και να μπορούμε να περνάμε ευχάριστες ώρες μαζί!
No Comments